ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΥΠΟΥ
Οι πρόσφατες αποφάσεις της ΕΕ, για την επανεκκίνηση της τουριστικής δραστηριότητας, θυσιάζουν τα δικαιώματα των εργαζόμενων και την προστασία της δημόσιας υγείας, για να ικανοποιηθούν τα αιτήματα των μεγάλων ξενοδοχειακών ομίλων, των tour operators, καθώς και των αεροπορικών εταιρειών. Οι αποφάσεις αυτές χαιρετίστηκαν από την ελληνική κυβέρνηση και τον ΣΕΤΕ, αφού αποτελούσαν άλλωστε και δικές τους προτάσεις.
Βγάζουν μάτι και προκαλούν τα “δύο μέτρα και δύο σταθμά” της κυβέρνησης και της ΕΕ για τα μέτρα προστασίας έναντι της πανδημίας. Απ’ τη μία, απέναντι στο λαό συνεχίζουν την αποθέωση της ατομικής ευθύνης, ποινικοποιώντας ακόμη και μια απλή διαμαρτυρία ή συνάθροιση και απ’ την άλλη, απέναντι στους τουριστικούς, μεταφορικούς και γενικότερα τους επιχειρηματικούς ομίλους, αναιρούν προκλητικά κάθε “περιορισμό” και “πρωτόκολλο” για να στηρίξουν την κερδοφορία τους. Επιβεβαιώνεται ότι η επιστροφή στην κανονικότητα γίνεται με κριτήριο τις ανάγκες του κεφαλαίου και όχι την προστασία της υγείας και των δικαιωμάτων του λαού.
Οι αποφάσεις προβλέπουν τη στήριξη των επιχειρηματικών ομίλων με πακτωλό χρημάτων, μέσω προγραμμάτων ενίσχυσης της ρευστότητας, επιδοτήσεων αλλά και εγγυήσεων, τα οποία θα κληθούν να αποπληρώσουν οι εργαζόμενοι. Προβλέπουν μέτρα κλιμάκωσης της επίθεσης στους εργαζόμενους, με την εκ περιτροπής εργασία, τη μείωση του λεγόμενου μη μισθολογικού κόστους. Σχετικά με τον κορονοϊό, τα μέτρα είναι υποκριτικά, η δε τήρησή τους επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια κρατών και επιχειρηματικών ομίλων. Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι εξελίξεις στον τουρισμό απογυμνώνουν πλήρως το αφήγημα της κυβέρνησης της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων αστικών κομμάτων για την “εξωστρέφεια” της ελληνικής οικονομίας. Ο τουρισμός ως “ατμομηχανή” και “βαριά βιομηχανία” της ελληνικής οικονομίας, που αποτέλεσε τη βάση της αστικής πολιτικής, όχι απλά δεν έχει θετικό πρόσημο, αλλά και οδηγεί την εγχώρια καπιταλιστική οικονομία να αντιμετωπίζει πολύ βαθύτερη κρίση απ’ τις άλλες χώρες της ΕΕ. Την ίδια στιγμή όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις υπονόμευσαν υπαρκτές και κρίσιμες παραγωγικές δυνατότητες της χώρας που δεν αποτελούσαν “συγκριτικό πλεονέκτημα” για τα κέρδη των επενδυτών.
Παράλληλα, οι εργαζόμενοι τόσο στον τουρισμό όσο και γενικότερα γνωρίζουν ότι το “τουριστικό θαύμα” και οι μεγάλοι ρυθμοί ανάπτυξης του κλάδου δεν ωφέλησαν τους εργαζόμενους. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι πλήρωσαν πανάκριβα τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης του τουρισμού στη χώρα μας τα προηγούμενα χρόνια. Η ευελιξία στην αγορά εργασίας με τις 16 μορφές ελαστικής απασχόλησης, η εντατικοποίηση, οι χαμηλοί μισθοί και μια συλλογική σύμβαση εργασίας που κάλυπτε μόνο το 10% των εργαζόμενων στον κλάδο, ήταν η αναγκαία προϋπόθεση για το "τουριστικό θαύμα". Την ίδια στιγμή οι διακοπές και η αναψυχή αποτελούν απλησίαστο όνειρο για τη συντριπτική πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας.
Το ΚΚΕ καλεί τους εργαζόμενους στον κλάδο να μη δεχτούν τη θυσία και άλλων δικαιωμάτων τους στο βωμό της επανεκκίνησης της τουριστικής δραστηριότητας.
Οι εργαζόμενοι πλήρωσαν πολλά για τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στον τουρισμό δεν πρέπει να πληρώσουν ακόμα περισσότερα για τη διαχείριση της κρίσης και την επιστροφή στην ανάπτυξη.
Στην πρώτη γραμμή της πάλης πρέπει να μπουν οι στόχοι του ταξικού κινήματος, για την προστασία όλων των εργαζομένων του κλάδου, είτε ανοίξουν είτε όχι οι επιχειρήσεις που απασχολούνται, για τη διασφάλιση του εισοδήματός τους, όπως επίσης οι στόχοι πάλης για την προστασία των αυτοαπασχολούμενων, των επαγγελματιών και των οικογενειακών επιχειρήσεων του κλάδου. Ξεχωριστή μέριμνα πρέπει να υπάρξει για το δικαίωμα της λαϊκής οικογένειας για διακοπές.
Και στο ζήτημα αυτό επιβεβαιώνεται ότι η σύγκρουση με τη στρατηγική του κεφαλαίου, της ΕΕ και των κομμάτων τους, αποτελεί μονόδρομο για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
15/5/2020 ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ